Από πάγκο, πάντως, η ομάδα «σκίζει»!
Το ποδόσφαιρο είναι το άθλημα όπου ακούγονται «ύμνοι», όπου ανεμίζουν «σημαίες» και «λάβαρα», όπου διεκδικούνται «τρόπαια», όπου υπάρχει «επίθεση», «άμυνα», «κανονιέρης» και «αντίπαλη περιοχή», εδώ είναι που αναδεικνύονται παίκτες «στρατηγοί», «επιτελικοί», «εφεδρικοί» και «αρχηγοί», που γίνονται «μονομαχίες», εκτυλίσσονται «σφυροκοπήματα» και επιβάλλεται η «εσχάτη των ποινών».
Στο ποδόσφαιρο, λοιπόν, η φράση του Οργουελ («κάθε σοβαρή αθλητική αναμέτρηση είναι πόλεμος χωρίς πυροβολισμούς») ακούγεται «λογική». Αλλά, είναι, πράγματι;
Στο ποδόσφαιρο υπάρχουν αρκετοί που προπαγανδίζουν ότι δικαιώνεται η φράση του Αμερικανού Προέδρου Τζ. Φορντ: «Μια αθλητική νίκη μπορεί να υπηρετήσει ένα έθνος όσο και μια στρατιωτική». Είναι, όμως, έτσι, πράγματι; `Η μήπως το ποδόσφαιρο, λόγω της δημοφιλίας του, έχει την ατυχία να αξιοποιείται σαν όχημα, πάνω και μέσω του οποίου διαχέονται κάθε λογής ανοησίες και τάχα μου εμβριθείς ιδεοληψίες;
Μετά την 4άρα από την Τουρκία, τα «γονίδια» της βλακείας (όλων εκείνων που δηλώνουν κατά καιρούς ότι τα «γονίδια του Ελληνα» σηματοδοτούν την «ανωτερότητα της φυλής»...) έχουν ξεχειλίσει.
Ο γνωστός θίασος των τηλεπαράθυρων - συνεπικουρούμενος από διάφορες καρτουνίστικες φιγούρες της αθλητικής παραδημοσιογραφίας - ξαναμαζεύτηκε, αυτή τη φορά για να φωτίσει το «έθνος» περί των ποδοσφαιρικών δρώμενων. Από τον Γιακουμάτο που παρέλαβε τη σκυτάλη μετά τον Πάγκαλο (θυμάστε τις δηλώσεις του τελευταίου μετά την ήττα της Εθνικής στην Αλβανία;) μέχρι τον Γεωργιάδη του ΛΑ.Ο.Σ.
Ολοι, δε, με έναν κόμπο στο λαιμό, γνήσιο σύμπτωμα του «Ελληναρά» κάθε φορά που η «ελληνο-ορθοδοξία» του ...τρώει γκολ, χρειάστηκαν πολλή προσπάθεια για να αποδεχτούν (;) ότι δεν πρόκειται για εθνική τραγωδία, αλλά για ποδοσφαιρική ήττα. Σωστά. Πώς να συγκριθεί μια ποδοσφαιρική ήττα με την εθνική τραγωδία, να βλέπεις την ανοησία του σοβινισμού και του ρατσισμού να επελαύνει από τα κανάλια, είτε η αφορμή είναι η Εθνική Ποδοσφαίρου, είτε ποιο παιδάκι θα κρατήσει τη σημαία στην παρέλαση...
Κατά τα λοιπά, το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που πάνω του χτίζονται μύθοι, κάποιοι δημοσιολογούντες το αξιοποιούν για να φτιάχνουν καριέρες, άλλοι το έχουν αλώσει για να πουλούν παραγοντιλίκι και το κράτος το μεταχειρίζεται ως βατήρα για να κάνει πολιτική.
Υπάρχουν διάφορες πλευρές της πολιτικής συμπεριφοράς της εκάστοτε εξουσίας με φόντο το ποδόσφαιρο.
Για παράδειγμα: Η διαχείριση του «εθνικού φρονήματος» (από τον Φράνκο και τον Λεπέν μέχρι τον Παττακό και τα κάθε λογής φασιστόμουτρα), η χρηματοδότηση των Κροίσων που έχουν σφετεριστεί το παιχνίδι και προς τους οποίους χαρίζονται από χρέη μέχρι γήπεδα, η αξιοποίηση του ποδοσφαίρου σαν πειραματικό εργαστήριο χειραγώγησης της κερκίδας, η διάχυση της ιδεολογίας της αποχαύνωσης των μαζών και της απόσπασης της ανοχής πλατιών στρωμάτων σε μέτρα καταστολής που υποτίθεται λαμβάνονται με στόχο την καταπολέμηση της βίας στα γήπεδα, κ.λπ.
Απέναντι σε όλα αυτά, το ποδόσφαιρο (ως παιχνίδι επαναλαμβάνουμε) είναι αδύναμο να αντιδράσει. Για τον πολύ απλό λόγο ότι έχει μετατραπεί σε ένα πλήρως εμπορευματοποιημένο προϊόν, στο πλαίσιο της «οικονομίας της αγοράς». Λογίζεται είτε σαν «κέρδος», είτε σαν (λογιστική) «ζημία». Ούτε ως δικαίωμα, ούτε ως χαρά, ούτε ως απόλαυση στο πλαίσιο του (ανύπαρκτου) ελεύθερου χρόνου.
Το εμπορευματοποιημένο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι περισσότερο εμπόριο και λιγότερο ποδόσφαιρο. Οι «επιδόσεις» των ελληνικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις είναι ένας ακόμα αδιάψευστος μάρτυρας. Τρία χρόνια μετά την κατάκτηση του κυπέλλου στην Πορτογαλία, όλες οι υποσχέσεις περί αναβάθμισης του αθλήματος έχουν θρυμματιστεί. Σε λίγο, όπως το πάνε οι ποδοσφαιροπαράγοντες, το ερώτημα δε θα είναι τι θα κάνει η Εθνική στο επόμενο κύπελλο. Το ερώτημα είναι αν θα υπάρχουν Ελληνες παίκτες για να συγκροτήσουν μια αξιόπιστη Εθνική ομάδα. Μετρήστε τους Ελληνες ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν με τις ομάδες τους στα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Είναι ζήτημα αν όλοι μαζί σχηματίζουν ενδεκάδα...
Οι κήρυκες του «επαγγελματισμού» στο ποδόσφαιρο, και εν γένει στον αθλητισμό, θα πρέπει να απαντήσουν. Οι επιδόσεις τους αξιολύπητες. Οι κυβερνώντες μπορούν να διαθέτουν λεφτά στις ΠΑΕ, δεν μπορούν, όμως, να διαθέτουν εκείνα τα ποσά που απαιτούνται για το μαζικό λαϊκό αθλητισμό.
Το μοντέλο τους είναι αποτυχημένο. Ακόμα κι αν οι πλανήτες συνωμοτούσαν και κάποια ελληνική ομάδα κατακτούσε το Τσάμπιονς Λιγκ, το τίμημα για το λαό από την έλλειψη πολιτικής για το λαϊκό αθλητισμό θα ήταν και πάλι τεράστιο. Αν το ερώτημα είναι: Τα λεφτά να πηγαίνουν σε μερικές ΠΑΕ, για να κερδίσουν ευρωπαϊκούς τίτλους (εδώ γελάνε), ή στις γειτονιές, στα σχολειά, σε λαϊκά αθλητικά κέντρα, ώστε από κει να ξεπηδήσουν τα ταλέντα και οι πρωταθλητές, η απάντηση είναι αυτονόητα η δεύτερη. Πόσο μάλλον που τα αποτελέσματα του «επαγγελματικού» ποδοσφαίρου τους είναι ευανάγνωστα: Τεσσάρες και τριάρες!
Ναι, μα με αυτό το ποδόσφαιρο πήραμε το ευρωπαϊκό, τσιρίζουν οι άσχετοι. Πράγματι. Αλλά αν ήξεραν από μπάλα (και κυρίως από την ...«πολιτική οικονομία» της μπάλας) θα έβλεπαν ότι σε κάθε σχεδόν Μουντιάλ υπάρχει και από μια Εθνική χώρας του Τρίτου Κόσμου που «μεγαλουργεί»: Καμερούν, Νιγηρία, Σενεγάλη κ.λπ. Αναρωτήθηκαν γιατί στο επόμενο Μουντιάλ, η ομάδα κάθε μιας από αυτές τις χώρες που στο προηγούμενο είχαν καταπλήξει, πάτωσαν; Απλό:
Γιατί το ταλέντο και η τύχη κρατάνε λίγο, δεν εξασφαλίζουν τη συνέχεια, ειδικά όταν δεν υπάρχει υποδομή, οργάνωση, σχέδιο, όταν επικρατεί φτώχεια και αρπαχτή. Μήπως αμφιβάλλει κανείς ότι αυτή είναι η «πολιτική οικονομία» και του «τριτοκοσμικού» ελληνικού ποδοσφαίρου;
Πάνω, δε, σε αυτό το έδαφος αναπτύσσονται «παράγκες» και «καρκινώματα». «Παράγκες» τόσο ικανές στο να διαχειρίζονται τις καρέκλες τους και τόσο ανίκανες να διαχειριστούν ακόμα και μια ανεπανάληπτη ποδοσφαιρική στιγμή, όπως αυτή στην Πορτογαλία, που ούτε σαν «Μουσείο» πια δεν μπορούν να διαφυλάξουν. «Καρκινώματα» όπως τα διάφορα φασιστοειδή που (ευτυχώς) γνώρισαν προχτές την αντίδραση της εξέδρας και νομίζουν ότι έχουν βρει ευεπίφορο έδαφος στο ποδόσφαιρο για να εκκολάψουν τα «αυγά» τους. Αλλά δεν είναι το ποδόσφαιρο το παιχνίδι των καρκινωμάτων του εθνικισμού. Τα καρκινώματα αυτά και οι λογής λογής «κάφροι» που ασχημονούσαν προχτές στο γήπεδο παρεισφρέουν στις εξέδρες του με ευθύνη των εκάστοτε «αγιατολάχ» του «ελληνο-χριστιανικού ιδεώδους» και των «χουλιγκάνων» της εκάστοτε πολιτικής και παραγοντο-ποδοσφαιρικής εξουσίας. Αυτοί οι τελευταίοι, κατά τα λοιπά, είναι και οι υπόλογοι για το ποιοι μπαίνουν στα γήπεδα. Θα τους ζητήσει κανείς το λόγο για όσα έγιναν προχτές;
Η μπάλα, εν κατακλείδι, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Είναι το σημαντικότερο - κατά τον Μπρομπερζέ - από τα ασήμαντα πράγματα σε αυτή τη ζωή. Το πρώτο τη τάξει από τα δευτερεύοντα αυτού του κόσμου. Μπορεί. Αλλά, παραμένει κάτι το δευτερεύον. Τουτέστιν, άλλο το «Στάδιο Γ. Καραϊσκάκης» και άλλο ο Καραϊσκάκης. Αλλο η στρατηγική του Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια κι άλλο η «κακή βραδιά» του Ρεχάγκελ ή του Νικοπολίδη...
Αρα, τα πράγματα πρέπει να μπαίνουν στις πραγματικές τους διαστάσεις. Που σημαίνει:
Οπως οι Ισπανοί όταν κέρδισαν την Εθνική Αγγλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του '50 δεν έφεραν πίσω τα πλοία της Ανίκητης Αρμάδας που είχε βυθιστεί στα στενά της Μάγχης το 1588, όπως η νίκη της Αργεντινής το '86 επί των Αγγλων δεν έφερε πίσω τα Φόκλαντ, όπως η συμβίωση στις τάξεις της ισραηλινής ομάδας Σαχνίν των Εβραίων και των Αράβων παικτών δεν έχουν σταματήσει τις δολοφονίες χιλιάδων Παλαιστινίων από τα ισραηλινά πυρά, έτσι και το γκολ του Χαριστέα στον τελικό του 2004 στην Πορτογαλία δεν αποσόβησε το στημένο παιχνίδι - που παιζόταν εκείνες ακριβώς τις μέρες - με τα μίλια του εθνικού εναέριου χώρου στο Αιγαίο, που, κατά τον τότε υπουργό Αμυνας «θα μπορούσε» από 10 να γίνουν 6...
Οπως στη Βραζιλία των 5 παγκόσμιων κυπέλλων ποτέ δεν έπαψε να βασιλεύει η δυστυχία στις φαβέλες, έτσι και μια νίκη προχτές επί της ομάδας της Τουρκίας δε θα διέγραφε το 10% της ανεργίας στην Ελλάδα, ούτε την αμφισβήτηση του Αη-Στράτη. Ούτε καν το γεγονός ότι για να έχει γήπεδο ο Βαρδινογιάννης στην Αθήνα, ο λαός της Αθήνας δεν μπορεί να έχει πάνω από 2 γήπεδα για τα δεκάδες ερασιτεχνικά σωματεία της πόλης...
Σχόλια