ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ - Η 18η ΜΠΡΥΜΑΙΡ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΒΟΝΑΠΑΡΤΗ (2)
2ον ΜΕΡΟΣ
ΙΙ
Ας ξαναπιάσουμε το νήμα της εξέλιξης.
Η ιστορία της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης ύστερα από τις μέρες του Ιούνη είναι η ιστορία της κυριαρχίας και της διάλυσης της δημοκρατικής ομάδας της αστικής τάξης, της ομάδας εκείνης που είναι γνωστή με το όνομα τρίχρωμοι δημοκράτες, πούροι δημοκράτες, πολιτικοί δημοκράτες, φορμαλιστές δημοκράτες κλπ.
Η ομάδα αυτή είχε αποτελέσει στο καθεστώς της αστικής μοναρχίας του Λουδοβίκου Φιλίππου, την επίσημη δημοκρατική αντιπολίτευση και συνεπώς ένα αναγνωρισμένο, συστατικό μέρος του τότε πολιτικού κόσμου. Είχε τους αντιπροσώπους της στις βουλές και σημαντική σφαίρα επιρροής στον Τύπο. Το παρισινό όργανό της, τη «Νασιονάλ» το θεωρούσανε στο είδος του τόσο αξιοσέβαστο, όσο και τη «Ζουρνάλ ντε Ντεμπά». Ο χαρακτήρας της αντιστοιχούσε στη θέση που είχε μέσα στη συνταγματική μοναρχία. Δεν ήταν μια ομάδα της αστικής τάξης, που τη συνδέανε μεγάλα κοινά συμφέροντα και που την ξεχώριζαν από τις άλλες ομάδες ιδιαίτερες συνθήκες παραγωγής. Ήταν μια κλίκα από φιλοδημοκρατικούς αστούς - συγγραφείς, δικηγόρους, αξιωματικούς και δημόσιους υπαλλήλους - που η επιρροή τους στηριζότανε στις προσωπικές αντιπάθειες της χώρας κατά του Λουδοβίκου Φιλίππου, στη θύμηση της παλιάς δημοκρατίας, στη δημοκρατική πίστη μερικών ονειροπόλων και πριν απ' όλα στο γαλλικό εθνικισμό, που τον κρατούσε συνεχώς άγρυπνο το μίσος του ενάντια στις συνθήκες της Βιέννης και τη συμμαχία με την Αγγλία. Ένα μεγάλο μέρος των οπαδών που είχε η «Νασιονάλ» την εποχή του Λουδοβίκου Φιλίππου, το χρωστούσε σε τούτο τον κρυφό αυτοκρατορισμό, που αργότερα, στο καθεστώς της δημοκρατίας, μπόρεσε γι' αυτό το λόγο να της αντιπαραταχθεί σαν ένας ολέθριος ανταγωνιστής στο πρόσωπο του Λουδοβίκου Βοναπάρτη. Καταπολεμούσε την αριστοκρατία του χρήματος, όπως το έκανε όλη η υπόλοιπη αστική αντιπολίτευση. Η πολεμική ενάντια στον προϋπολογισμό, που στη Γαλλία ήταν συνδεμένη ακριβώς με την πάλη ενάντια στην αριστοκρατία του χρήματος, της εξασφάλιζε μια τόσο φτηνή δημοτικότητα και τόσο πλούσια ύλη για πουριτανικά κύρια άρθρα, που δεν μπορούσε να μην τα εκμεταλλευτεί. Η βιομηχανική αστική τάξη την ευγνωμονούσε γιατί υποστήριζε δουλόπρεπα το γαλλικό προστατευτικό τελωνειακό σύστημα που το παραδεχόταν ωστόσο περισσότερο για εθνικούς λόγους παρά για λόγους οικονομικούς. Την ευγνωμονούσε και το σύνολο της αστικής τάξης για τις συκοφαντίες της ενάντια στον κομμουνισμό και το σοσιαλισμό. Κατά τα άλλα, το κόμμα της «Νασιονάλ» ήταν καθαρά δημοκρατικό, δηλαδή ζητούσε μια δημοκρατική αντίς μια μοναρχική μορφή της αστικής κυριαρχίας και πριν απ' όλα τη μερίδα του λέοντος σ' αυτή την κυριαρχία. Όσο για τους όρους αυτής της αλλαγής, δεν τους είχε καθόλου ξεκαθαρίσει στον εαυτό της. Αντίθετα, εκείνο που έβλεπε ολοκάθαρα και που έγινε δημόσια γνωστό στα μεταρρυθμιστικά συμπόσια τις τελευταίες μέρες του Λουδοβίκου Φιλίππου, ήταν η αντιδημοτικότητά της ανάμεσα στους δημοκράτες μικροαστούς και ιδιαίτερα στο επαναστατικό προλεταριάτο. Αυτοί οι πούροι δημοκράτες, όπως είναι άλλωστε όλοι οι πούροι δημοκράτες, ήταν κιόλας έτοιμοι να ικανοποιηθούν στην αρχή με την αντιβασιλεία της δούκισσας της Ορλεάνης, όταν ξέσπασε η επανάσταση του Φλεβάρη που πρόσφερε στους πιο γνωστούς εκπροσώπους τους μια θέση στην προσωρινή κυβέρνηση. Οι εκπρόσωποί τους είχαν φυσικά από την αρχή την εμπιστοσύνη της αστικής τάξης και την πλειοψηφία της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης. Τα σοσιαλιστικά στοιχεία της προσωρινής κυβέρνησης αποκλείστηκαν αμέσως από την εκτελεστική επιτροπή που σχημάτισε η εθνοσυνέλευση στην πρώτη της σύνοδο και το κόμμα της «Νασιονάλ» χρησιμοποίησε την έκρηξη της εξέγερσης του Ιούνη για να αποπέμψει και την ίδια την εκτελεστική επιτροπή και ν' απαλλαγεί έτσι από τους άμεσους αντιπάλους του, από τους μικροαστούς ή δημοκράτες ρεπουμπλικάνους (Λεντρύ - Ρολλέν κλπ.). Ο Καβαινιάκ, ο στρατηγός του αστικού δημοκρατικού κόμματος που είχε διευθύνει τη μάχη του Ιούνη, αντικατάστησε την εκτελεστική επιτροπή ασκώντας ένα είδος δικτατορικής εξουσίας. Ο Μαρράστ, παλιός αρχισυντάχτης της «Νασιονάλ», έγινε ο μόνιμος πρόεδρος της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης και οι πούροι δημοκράτες πήρανε τα υπουργεία, καθώς και όλες τις άλλες σημαντικές θέσεις.
Η δημοκρατική ομάδα των αστών που από καιρό θεωρούσε τον εαυτό της νόμιμο κληρονόμο της μοναρχίας του Ιούλη, νόμισε ότι έχει ξεπεράσει τα ιδανικά της, με τη διαφορά ότι έφτασε στην εξουσία όχι όπως το ονειρεύτηκε τον καιρό του Λουδοβίκου Φιλίππου, με μια φιλελεύθερη εξέγερση της αστικής τάξης ενάντια στο θρόνο, μα ύστερα από μια στάση του προλεταριάτου ενάντια στο κεφάλαιο, μια στάση που καταπνίγηκε με κανονιές. Εκείνο που είχε φανταστεί σαν το πιο επαναστατικό γεγονός ξετυλίχτηκε στην πραγματικότητα σαν το πιο αντεπαναστατικό. Ο καρπός της έπεσε στην ποδιά, μα έπεσε από το δέντρο της γνώσης, κι όχι από το δέντρο της ζωής.
Το όνομα και όχι το πράγμα
Η αποκλειστική κυριαρχία των αστών δημοκρατών κράτησε μόνον από τις 24 του Ιούνη ως τις 10 του Δεκέμβρη 1848. Συνοψίζεται στη σύνταξη ενός δημοκρατικού συντάγματος και στην κήρυξη του Παρισιού σε κατάσταση πολιορκίας.
Το νέο σύνταγμα στη βάση του δεν ήταν παρά η εκδημοκρατισμένη έκδοση του συνταγματικού χάρτη του 1830. Το υψηλό εκλογικό τίμημα της μοναρχίας του Ιούλη που απέκλειε ακόμα και μια μεγάλη μερίδα της αστικής τάξης από την πολιτική εξουσία, ήταν ασυμβίβαστο με την ύπαρξη της αστικής δημοκρατίας. Στη θέση αυτού του εκλογικού τιμήματος, η επανάσταση του Φλεβάρη είχε αμέσως προκηρύξει το άμεσο γενικό εκλογικό δικαίωμα. Οι αστοί δημοκράτες δεν μπορούσαν ν' ανακηρύξουν ως μη γενόμενο αυτό το γεγονός. Υποχρεώθηκαν ν' αρκεστούν να προσθέσουν την περιοριστική διάταξη μιας εξάμηνης διαμονής στον τόπο της εκλογής. Η παλιά διοικητική, δημοτική, δικαστική, στρατιωτική κλπ., οργάνωση διατηρήθηκε ανέπαφη ή, όπου το σύνταγμα την τροποποίησε, η τροποποίηση αυτή αφορούσε τον πίνακα των περιεχομένων και όχι το περιεχόμενο, το όνομα και όχι το πράγμα.
Το αναπόφευγο γενικό επιτελείο των ελευθεριών του 1848 - προσωπική ελευθερία, ελευθερία του Τύπου, του λόγου, της οργάνωσης, της συγκέντρωσης, της εκπαίδευσης, της θρησκείας κλπ. - περιβλήθηκε με μια συνταγματική στολή που το έκανε άτρωτο. Δηλαδή, καθεμιά απ' αυτές τις ελευθερίες ανακηρύσσεται σαν απόλυτο δικαίωμα του Γάλλου πολίτη, αλλά με τη σημείωση στο περιθώριο ότι είναι απεριόριστη μόνον ως εκεί που δεν περιορίζεται από τα «ίσα δικαιώματα των άλλων και από τη δημόσια ασφάλεια», η από «νόμους» που έχουν για σκοπό να εξασφαλίσουν ακριβώς αυτή την αρμονία των ατομικών ελευθεριών μεταξύ τους και με τη δημόσια ασφάλεια. Λ.χ.: «Οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να συνεταιρίζονται, να συγκεντρώνονται φιλήσυχα και δίχως όπλα, να αναφέρονται στις αρχές και να εκφράζουν πάντοτε τις γνώμες τους με τον Τύπο ή με κάθε άλλο μέσο. Η απόλαυση αυτών των δικαιωμάτων δεν έχει άλλους περιορισμούς παρά τα ίσα δικαιώματα των άλλων και τη δημόσια ασφάλεια». (Κεφ. II του γαλλικού συντάγματος, άρθρο 8). - «Η εκπαίδευση είναι ελεύθερη. Η ελευθερία της εκπαίδευσης πρέπει να απολαμβάνεται μέσα στα όρια που έχουν καθοριστεί από το νόμο και κάτω από την ανώτερη επίβλεψη του κράτους», (στο ίδιο άρθρο 9). - «Η κατοικία κάθε πολίτη είναι απαραβίαστη εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόμος» (Κεφ. II, άρθρο 3) κλπ., κλπ. Γι' αυτό, το σύνταγμα παραπέμπει συνεχώς σε μελλοντικούς οργανικούς νόμους, που θα ερμηνεύουν αυτές τις σημειώσεις στο περιθώριο και θα ρυθμίζουν την απόλαυση αυτών των απεριόριστων ελευθεριών, έτσι που να μη συγκρούονται ούτε αναμεταξύ τους, ούτε με τη δημόσια ασφάλεια. Και αργότερα αυτοί οι οργανικοί νόμοι εκδόθηκαν από τους φίλους της τάξεως και όλες αυτές οι ελευθερίες ρυθμίστηκαν έτσι που η αστική τάξη να τις απολαμβάνει δίχως να σκοντάφτει στα ίσα δικαιώματα των άλλων τάξεων της κοινωνίας. Παντού όπου απαγόρευαν ολότελα στους άλλους αυτές τις ελευθερίες ή που επέτρεπαν την απόλαυσή τους με τέτοιους όρους που αποτελούν άλλες τόσες αστυνομικές παγίδες, αυτό γινόταν πάντοτε μονάχα για το συμφέρον της «δημόσιας ασφάλειας», δηλαδή για την ασφάλεια της αστικής τάξης, όπως ορίζει το σύνταγμα. Γι' αυτό κατοπινά και τα δύο μέρη επικαλούνταν με όλο τους το δίκιο το σύνταγμα, τόσο οι φίλοι της τάξεως που καταργούσανε όλες αυτές τις ελευθερίες, όσο και οι δημοκράτες που διεκδικούσαν όλες τις ελευθερίες. Γιατί το κάθε άρθρο του συντάγματος περιέχει την ίδια του την αντίθεση, τη δική του άνω και κάτω βουλή, δηλαδή στη γενική φράση την ελευθερία και στη σημείωση του περιθωρίου την κατάργηση της ελευθερίας. Όσον καιρό, λοιπόν ήταν σεβαστή η λέξη ελευθερία και εμποδιζόταν μόνον η πραγματική εξάσκησή της, εννοείται με νόμιμο τρόπο, έμενε η συνταγματική ύπαρξη της ελευθερίας ανέπαφη και απαραβίαστη, κι ας θανατώνανε πραγματικά τη συγκεκριμένη της ύπαρξη.
Τρωτό στα δύο κεφάλια
Το σύνταγμα αυτό που με τόσο έξυπνο τρόπο το είχαν κάνει απαραβίαστο, ήταν ωστόσο σαν τον Αχιλλέα τρωτό σ' ένα σημείο, όχι όμως στη φτέρνα, μα στο κεφάλι ή καλύτερα στα δύο κεφάλια στα οποία κατέληγε: στη νομοθετική συνέλευση από τη μια μεριά, στον πρόεδρο από την άλλη. Αν ξεφυλλίσουμε το σύνταγμα θα βρούμε ότι μόνο τα άρθρα όπου καθορίζεται η σχέση του προέδρου με τη νομοθετική συνέλευση είναι απόλυτα θετικά, δίχως αντιφάσεις, δίχως δυνατότητες παρερμηνείας. Γιατί εδώ το ζήτημα ήταν να εξασφαλιστούν οι ίδιοι οι αστοί δημοκράτες. Τα άρθρα 45 - 70 του συντάγματος έχουν συνταχθεί έτσι που να μπορεί η εθνοσυνέλευση να παραμερίζει με συνταγματικό τρόπο τον πρόεδρο, ο πρόεδρος όμως να μη μπορεί να παραμερίζει την εθνοσυνέλευση παρά μονάχα με αντισυνταγματικό τρόπο, καταργώντας δηλαδή το ίδιο το σύνταγμα. Έτσι εδώ το ίδιο το σύνταγμα προκαλεί τη βίαιη κατάργησή του. Δεν καθιερώνει μονάχα το χωρισμό των εξουσιών όπως το έκανε ο Χάρτης του 1830, μα τον πλαταίνει ως την ανυπόφορη αντίφαση. Το παιχνίδι των συνταγματικών εξουσιών, όπως ονόμασε ο Γκιζό τους κοινοβουλευτικούς καυγάδες ανάμεσα στη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία, παίζει στο σύνταγμα του 1848 ακατάπαυτα va banque1. Από τη μια υπάρχουν 750 αντιπρόσωποι του λαού, που έχουν εκλεγεί με καθολική ψηφοφορία και είναι επανεκλέξιμοι και που αποτελούν μιαν ανεξέλεγκτη, αδιάλυτη, αδιαίρετη εθνοσυνέλευση, μιαν εθνοσυνέλευση, που έχει παντοδύναμη νομοθετική εξουσία, που αποφασίζει τελικά για πόλεμο, ειρήνη και εμπορικές συμβάσεις, που αυτή μόνον έχει το δικαίωμα της αμνηστίας και που με τη μονιμότητά της βρίσκεται αδιάκοπα στο προσκήνιο. Από την άλλη, υπάρχει ο πρόεδρος με όλες τις χαρακτηριστικές ιδιότητες της βασιλικής εξουσίας, με την αρμοδιότητα να διορίζει και να παύει τους υπουργούς του ανεξάρτητα από την εθνοσυνέλευση, με όλα τα μέσα της εκτελεστικής εξουσίας στα χέρια του, που έχει το δικαίωμα να διορίζει σε όλες τις θέσεις και ορίζει έτσι στη Γαλλία τουλάχιστο πάνω από ενάμισι εκατομμύριο υπάρξεις, γιατί τόσες εξαρτώνται από τους 500.000 υπαλλήλους και αξιωματικούς όλων των βαθμών. Έχει μαζί του όλες τις ένοπλες δυνάμεις. Έχει το προνόμιο να δίνει χάρη σε μεμονωμένους εγκληματίες, να βάζει σε διαθεσιμότητα τους εθνοφύλακες, να παύει σε συμφωνία με το συμβούλιο επικρατείας, τα γενικά, τα επαρχιακά και τα δημοτικά συμβούλια που εκλέγονται από τους ίδιους τους πολίτες. Έχει την πρωτοβουλία και την καθοδήγηση σε όλες τις συμφωνίες με το εξωτερικό. Ενώ η συνέλευση παραμένει συνεχώς πάνω στη σκηνή και είναι εκτεθειμένη στην καθημερινή κοινή κριτική, ο πρόεδρος κάνει μια κρυφή ζωή στα Ηλύσια Πεδία, έχοντας μπροστά στα μάτια του και μέσα στην καρδιά του το άρθρο 45 του συντάγματος, που του φωνάζει κάθε μέρα: frere il faut mourir!»2. Η εξουσία σου λήγει τη δεύτερη Κυριακή του όμορφου Μάη, στον τέταρτο χρόνο της εκλογής σου. Πάνε τότε πια τα μεγαλεία, το κομμάτι αυτό δεν παίζεται για δεύτερη φορά και αν έχεις χρέη κοίταξε να τα πληρώσεις έγκαιρα με τις 600.000 φράγκα που σου επιχορηγεί το σύνταγμα, εκτός αν προτιμάς να τραβήξεις τη δεύτερη Δευτέρα του όμορφου Μάη για το Κλισύ!. Έτσι, αν το σύνταγμα παραχωρεί στον πρόεδρο την πραγματική εξουσία, προσπαθεί να εξασφαλίσει στην εθνοσυνέλευση την ηθική εξουσία. Αλλά εκτός που είναι αδύνατο να δημιουργηθεί μια ηθική εξουσία με άρθρα νόμων, το σύνταγμα αναιρεί στο ζήτημα αυτό άλλη μια φορά τον ίδιο τον εαυτό του, ορίζοντας ότι ο πρόεδρος εκλέγεται από όλους τους Γάλλους με άμεση ψηφοφορία. Και ενώ οι ψήφοι της Γαλλίας διαμοιράζονται στα 750 μέλη της εθνοσυνέλευσης, αντίθετα συγκεντρώνονται εδώ σ' ένα μόνον άτομο. Και ενώ κάθε χωριστός αντιπρόσωπος του λαού αντιπροσωπεύει μόνο τούτο ή εκείνο το κόμμα, τούτη ή εκείνη την πόλη, τούτο ή εκείνο το προγεφύρωμα ή ακόμα την απλή ανάγκη να εκλεγεί οπωσδήποτε ένας από τους 750 βουλευτές, χωρίς να πολυπροσέχει κανένας ούτε τις ίδιες τις εκλογές, ούτε και τον υποψήφιο, ο πρόεδρος είναι ο εκλεκτός του έθνους και η πράξη της εκλογής του είναι το μεγάλο ατού, που το παίζει ο κυρίαρχος λαός μια φορά κάθε τέσσερα χρόνια. Η εκλεγμένη εθνοσυνέλευση βρίσκεται σε μεταφυσική σχέση ενώ ο εκλεγμένος πρόεδρος βρίσκεται σε προσωπική σχέση με το έθνος. Η εθνοσυνέλευση εκφράζει βέβαια με τους χωριστούς αντιπροσώπους της τις ποικίλες πλευρές του εθνικού πνεύματος, μα στον πρόεδρο ενσαρκώνεται αυτό το ίδιο το εθνικό πνεύμα. Απέναντι στην εθνοσυνέλευση ο πρόεδρος κατέχει ένα είδος θείο δικαίωμα, υπάρχει ελέω θεού.
Να ξεγελάσουν το πεπρωμένο με συνταγματική πανουργία
Η Θέτις, η θεά της θάλασσας, είχε προφητεύσει στον Αχιλλέα πως θα πεθάνει στο άνθος της νεότητάς του. Το σύνταγμα, που είχε κι αυτό σαν τον Αχιλλέα το τρωτό του σημείο, είχε επίσης σαν τον Αχιλλέα την προαίσθηση πως θα πέθαινε από πρόωρο θάνατο. Ήταν αρκετό για τους συνταγματικούς πούρους δημοκράτες να ρίξουν μια ματιά από τα μεσούρανα της ιδανικής τους δημοκρατίας στο βέβηλο κόσμο, για να δουν ότι η υπεροψία των βασιλικών, των βοναπαρτικών, των δημοκρατών, των κομμουνιστών, αύξαινε κάθε μέρα μαζί με τη δική τους ανυποληψία όσο πλησίαζαν στην ολοκλήρωση του μεγάλου τους νομοθετικού αριστουργήματος, δίχως να χρειαστεί γι' αυτό να βγει από τη θάλασσα η Θέτις και να τους πει το μυστικό. Προσπαθούσαν να ξεγελάσουν το πεπρωμένο με μια συνταγματική πανουργία, χρησιμοποιώντας το άρθρο 111 του συντάγματος, που σύμφωνα μ' αυτό κάθε πρόταση για αναθεώρηση του συντάγματος δεν μπορούσε να ψηφιστεί παρά από μια πλειοψηφία τουλάχιστο τριών τετάρτων - σε τρεις διαδοχικές συζητήσεις, που θα πρέπει να χωρίζονται η μια από την άλλη με το χρονικό διάστημα ενός μήνα, κι αυτό πάλι με την προϋπόθεση πως τουλάχιστο 500 μέλη της εθνοσυνέλευσης θα παίρνανε μέρος στην ψηφοφορία. Έτσι κάνανε μονάχα μιαν ανίσχυρη απόπειρα να εξασκήσουν σαν κοινοβουλευτική μειοψηφία - γιατί βλέπανε προφητικά τον εαυτό τους από τώρα κιόλας σαν μειοψηφία - μια εξουσία που, τη στιγμή που διαθέτανε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και όλα τα μέσα της κυβερνητικής δύναμης, ξέφευγε μέρα με τη μέρα όλο και πιο πολύ από τ' αδύναμα χέρια τους.
Τέλος, το σύνταγμα σ' ένα μελοδραματικό άρθρο εμπιστεύεται τον εαυτό του «στην επαγρύπνηση και στον πατριωτισμό ολόκληρου του γαλλικού λαού και του κάθε Γάλλου χωριστά», αφού προηγούμενα, σε ένα άλλο άρθρο, είχε εμπιστευτεί τους «άγρυπνους» και τους «πατριώτες» στην τρυφερή και ποινική μέριμνα του ανώτατου δικαστηρίου, της «haute cour», που επινοήθηκε απ' αυτό το σύνταγμα.
Αυτό ήταν το σύνταγμα του 1848, που στις 2 του Δεκέμβρη 1851 ανατράπηκε όχι από ένα κεφάλι, αλλά από το άγγιγμα και μόνον ενός καπέλου. Το καπέλο αυτό είναι αλήθεια πως ήτανε το τρίκοχο ναπολεόντειο καπέλο.
Ενώ οι αστοί δημοκράτες ασχολούνταν στη συνέλευση με το να ψιλολογούν, να συζητούν και να ψηφίζουν αυτό το σύνταγμα, έξω από τη συνέλευση ο Καβαινιάκ διατηρούσε το Παρίσι σε κατάσταση πολιορκίας. Η κατάσταση πολιορκίας του Παρισιού ήταν η μαμή της συνταχτικής συνέλευσης όταν κοιλοπονούσε τα δημοκρατικά δημιουργήματά της. Αν το σύνταγμα εξαφανίστηκε αργότερα από τον κόσμο με τις ξιφολόγχες, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι χρειάστηκε να το προστατεύσουν το ίδιο, όταν βρισκόταν ακόμα στην κοιλιά της μάνας του, με ξιφολόγχες και μάλιστα με ξιφολόγχες που ήταν στραμμένες ενάντια στο λαό και ότι χρειάστηκαν ξιφολόγχες για να το φέρουν στον κόσμο. Οι πρόδρομοι των «καθώς πρέπει δημοκρατών» είχαν περιφέρει το σύμβολό τους, την τρίχρωμη σημαία, σ' όλη την Ευρώπη. Οι «καθώς πρέπει δημοκράτες» με τη σειρά τους έκαναν επίσης μιαν εφεύρεση, που βρήκε μονάχη της το δρόμο για να διαδοθεί σ' όλη την ήπειρο μα που ξαναγυρνούσε στη Γαλλία με ολοένα ξανανιωμένη αγάπη, ώσπου τώρα πολιτογραφήθηκε μόνιμα στους μισούς νομούς της - την κατάσταση πολιορκίας. Ήταν μια λαμπρή εφεύρεση, που χρησιμοποιήθηκε περιοδικά σε κάθε κατοπινή κρίση στην πορεία της γαλλικής επανάστασης. Μα ο στρατώνας και ο καταυλισμός, που τους φορτώνανε κατά περιόδους απάνω στο κεφάλι της γαλλικής κοινωνίας για να της ζουλήξουν το μυαλό και να την κάνουν να κάτσει φρόνιμα, το σπαθί και το μουσκέτο που σ' αυτά αναθέτανε, κατά περιόδους, να δικάζουν και να διοικούν, να κηδεμονεύουν και να λογοκρίνουν, να εκτελούν αστυνομικά καθήκοντα και να παίζουν το ρόλο του νυχτοφύλακα, το μουστάκι και η στρατιωτική στολή που τα διαλαλούσαν περιοδικά σαν ανώτατη σοφία και σαν πρύτανη της κοινωνίας - μήπως δε θα 'πρεπε τελικά ο στρατώνας και ο καταυλισμός, το σπαθί και το μουσκέτο, το μουστάκι και η στρατιωτική στολή, να σκεφθούν να λυτρώσουν μια για πάντα την κοινωνία ανακηρύσσοντας το δικό τους καθεστώς σαν το ανώτατο καθεστώς και ν' απαλλάξουν ολότελα την αστική κοινωνία από την έγνοια να κυβερνάει τον ίδιο τον εαυτό της; Ο στρατώνας και ο καταυλισμός, το σπαθί και το μουσκέτο, το μουστάκι και η στρατιωτική στολή έπρεπε ακόμα περισσότερο να φτάσουν σ' αυτή τη σκέψη, γιατί τότε θα μπορούσαν να περιμένουν πιο καλή πληρωμή γι' αυτή την πιο μεγάλη τους εκδούλευση, ενώ με τις απλές περιοδικές καταστάσεις πολιορκίας και με τις πρόσκαιρες διασώσεις της κοινωνίας κατά διαταγή της μιας ή της άλλης ομάδας της αστικής τάξης, εκτός από μερικούς νεκρούς και τραυματίες και μερικούς φιλικούς αστικούς μορφασμούς, τα κέρδη ήταν πολύ πενιχρά. Μήπως ο στρατός δε θα έπρεπε να παίξει επιτέλους κι αυτός μια φορά το παιχνίδι της κατάστασης πολιορκίας για το δικό του το συμφέρον και για δικό του λογαριασμό και να πολιορκήσει ταυτόχρονα τα αστικά χρηματοφυλάκια; Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνούμε, ας το πούμε ανάμεσα στ' άλλα, ότι ο συνταγματάρχης Μπερνάρ, ο ίδιος ο πρόεδρος της στρατιωτικής επιτροπής που κάτω απ' τις διαταγές του Καβαινιάκ βοήθησε για να εξοριστούν χωρίς δίκη 15.000 στασιαστές, εκείνη τη στιγμή κινιόταν πάλι επικεφαλής της στρατιωτικής επιτροπής που δρούσε στο Παρίσι.
Αν με την κατάσταση πολιορκίας του Παρισιού οι καθώς πρέπει, οι πούροι δημοκράτες είχαν δημιουργήσει το φυτώριο όπου θα βλάσταιναν οι πραιτοριανοί3 της 2 του Δεκέμβρη 1851, από την άλλη μεριά αξίζουν τον έπαινο γιατί, αντί να διεγείρουν το εθνικό αίσθημα, όπως γινότανε τον καιρό του Λουδοβίκου Φιλίππου, τώρα που εξουσιάζουν την εθνική δύναμη, έρπουν μπροστά στο εξωτερικό και αντί να ελευθερώσουν την Ιταλία, άφησαν τους αυστριακούς και τους ναπολιτάνους να την ξανακαταχτήσουν. Η εκλογή του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στο προεδρικό αξίωμα, στις 10 του Δεκέμβρη 1848 έβαλε τέλος στη δικτατορία του Καβαινιάκ και στη συνταχτική συνέλευση.
Το άρθρο 44 του συντάγματος ορίζει: «Ο πρόεδρος της γαλλικής δημοκρατίας δεν πρέπει ποτέ να έχει χάσει την ιδιότητα του Γάλλου πολίτη». Ο πρώτος πρόεδρος της γαλλικής δημοκρατίας, ο Λ. Ν. Βοναπάρτης, όχι μόνο είχε χάσει την ιδιότητα του Γάλλου πολίτη, όχι μόνον είχε χρηματίσει Άγγλος ειδικός αστυνομικός υπάλληλος, μα είχε ακόμα πολιτογραφηθεί και Ελβετός υπήκοος.
Ανέπτυξα σε άλλο μέρος τη σημασία της εκλογής της 10ης του Δεκέμβρη. Δεν επανέρχομαι εδώ στο ίδιο ζήτημα. Φτάνει εδώ η παρατήρηση ότι ήταν μια αντίδραση των χωρικών που υποχρεώθηκαν να πληρώσουν τα έξοδα της επανάστασης του Φλεβάρη, ενάντια στις άλλες τάξεις του έθνους, μια αντίδραση του χωριού ενάντια στην πόλη. Η εκλογή αυτή βρήκε πάλι μεγάλη απήχηση στο στρατό, που οι δημοκράτες της «Νασιονάλ» δεν του είχαν χαρίσει ούτε δόξα ούτε αύξηση του μισθού, στη μεγάλη αστική τάξη που έβλεπε τον Βοναπάρτη σαν γέφυρα προς τη μοναρχία, στους προλετάριους και τους μικροαστούς που τη χαιρέτισαν σα μαστίγωμα του Καβαινιάκ. Αργότερα θα μου δοθεί η ευκαιρία να εξετάσω πιο διεξοδικά τις σχέσεις των χωρικών με τη γαλλική επανάσταση.
Η περίοδος από τις 20 του Δεκέμβρη του 1848 ως τη διάλυση της συνταχτικής, το Μάη του 1849, περικλείνει την ιστορία της πτώσης των αστών δημοκρατών.
Η αστική μάζα ήταν βασιλική
Αφού ίδρυσαν μια δημοκρατία για την αστική τάξη, αφού έδιωξαν το επαναστατικό προλεταριάτο από τον πολιτικό στίβο κι έκλεισαν προσωρινά το στόμα των δημοκρατικών μικροαστών, παραμερίζονται οι ίδιοι από τη μάζα της αστικής τάξης, που ιδιοποιήθηκε τη δημοκρατία αυτή γιατί τη θεωρούσε με το δίκιο της ιδιοκτησία της. Αυτή όμως η αστική μάζα, ήταν βασιλική. Ένα μέρος απ' αυτήν, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, κυριαρχούσαν στο καθεστώς της παλινόρθωσης και ήταν γι' αυτό νομιμόφρονες. Το άλλο μέρος, οι αριστοκράτες του χρήματος και οι μεγαλοβιομήχανοι, κυριαρχούσαν στο καθεστώς της μοναρχίας του Ιούλη και ήταν γι' αυτό ορλεανικοί. Οι μεγάλοι αξιωματούχοι του στρατού, του πανεπιστημίου, της εκκλησίας, του δικηγορικού σώματος, της ακαδημίας και του Τύπου, ήταν μοιρασμένοι και στα δύο μέρη, αν και όχι με την ίδια αναλογία. Σε τούτη δω την αστική δημοκρατία που δεν έφερε ούτε το όνομα των Βουρβόνων ούτε των Ορλεανών, αλλά το όνομα του κεφαλαίου, είχανε βρει την κρατική μορφή που μ' αυτή θα μπορούσαν να κυριαρχήσουν από κοινού. Η εξέγερση του Ιούνη τούς είχε κιόλας ενώσει στο «κόμμα της τάξεως». Τώρα έπρεπε πρώτα να παραμεριστεί η κλίκα των αστών δημοκρατών που κατείχαν ακόμα τις έδρες της εθνοσυνέλευσης. Όσο βάναυσα αυτοί οι πούροι δημοκράτες είχαν κάνει χρήση της φυσικής βίας ενάντια στο λαό, τόσο δειλά, άτολμα, άνανδρα, τσακισμένοι και ανίκανοι για αγώνα υποχωρούσαν τώρα παντού όπου έπρεπε να υπερασπίσουν το δημοκρατισμό τους και το νομοθετικό τους δικαίωμα ενάντια στην εκτελεστική εξουσία και στους βασιλικούς. Δε χρειάζεται να εκθέσω εδώ την επαίσχυντη ιστορία της διάλυσής τους. Δεν ήταν μια πτώση, ήταν ένα σβήσιμο. Τελείωσε μια για πάντα ο ρόλος τους στην ιστορία, και στην επόμενη περίοδο φιγουράρουν ακόμα, τόσο μέσα στην εθνοσυνέλευση όσο κι έξω απ' αυτή, μόνο σαν ανάμνηση, σαν ανάμνηση που φαίνεται πως ξαναζωντανεύει κάθε φορά που πρόκειται πάλι μόνο για τη λέξη δημοκρατία και κάθε φορά που η επαναστατική σύγκρουση απειλεί να κατέβει στο χαμηλότερο επίπεδο. Σημειώνω παροδικά, ότι η εφημερίδα που έδωσε το όνομά της στο κόμμα αυτό, η «Νασιονάλ», προσχώρησε στην κατοπινή περίοδο στο σοσιαλισμό.
Προτού τελειώσουμε μ' αυτή την περίοδο, πρέπει να ρίξουμε ακόμα μια ματιά στις δύο δυνάμεις, που στις 2 του Δεκέμβρη 1851 η μια εκμηδένισε την άλλη, τη στιγμή που από τις 20 του Δεκέμβρη 1848 ως την αποχώρηση της συνταχτικής ζούσαν σε ομαλές συζυγικές σχέσεις. Εννοούμε από τη μια το Λουδοβίκο Βοναπάρτη κι από την άλλη το κόμμα των συνασπισμένων βασιλικών, το κόμμα της τάξεως, το κόμμα της μεγάλης αστικής τάξης. Μόλις ανέλαβε την προεδρεία ο Βοναπάρτης σχημάτισε αμέσως μια κυβέρνηση από το κόμμα της τάξεως και έβαλε επικεφαλής της τον Οντιλόν Μπαρρό, που ας σημειωθεί, ήταν ο παλιός αρχηγός της πιο φιλελεύθερης ομάδας της κοινοβουλευτικής αστικής τάξης. Ο κ. Μπαρρό είχε πετύχει επιτέλους την κυβέρνηση που το φάντασμά της τον καταδίωκε από το 1830 και, ακόμα περισσότερο, είχε πετύχει την προεδρία σ' αυτήν την κυβέρνηση. Όχι όμως όπως την είχε φανταστεί στην εποχή του Λουδοβίκου Φιλίππου, δηλαδή σαν ο παλιότερος ηγέτης της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, αλλά με την εντολή να δολοφονήσει ένα κοινοβούλιο και σαν σύμμαχος όλων των άσπονδων εχθρών του, των ιησουιτών, και των νομιμοφρόνων. Οδηγούσε επιτέλους τη νύφη στο σπίτι του, αφού όμως προηγούμενα είχε καταντήσει πόρνη. Ο Βοναπάρτης σημείωσε φαινομενικά ολική έκλειψη. Το κόμμα της τάξεως ενεργούσε γι' αυτόν.
Στην πρώτη κιόλας συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, αποφασίστηκε η εκστρατεία της Ρώμης, που συμφώνησαν να την επιχειρήσουν πίσω από τις πλάτες της εθνοσυνέλευσης, και να της αποσπάσουν τις αναγκαίες γι' αυτήν πιστώσεις με ψεύτικες προφάσεις. Η κυβέρνηση αρχίζει έτσι τη δράση της με μια απάτη απέναντι στην εθνοσυνέλευση και με μια μυστική συνωμοσία μαζί με τις απολυταρχικές δυνάμεις του εξωτερικού, ενάντια στην επαναστατική δημοκρατία της Ρώμης. Με τον ίδιο τρόπο και με τις ίδιες μανούβρες, ο Βοναπάρτης προπαρασκεύασε το πραξικόπημά του της 2ας του Δεκέμβρη ενάντια στη βασιλική νομοθετική συνέλευση και η συνταγματική της δημοκρατία. Ας μη λησμονούμε ότι το ίδιο κόμμα, που στις 20 του Δεκέμβρη 1848 σχημάτισε την κυβέρνηση του Βοναπάρτη, αποτελούσε στις 2 του Δεκέμβρη 1851 την πλειοψηφία της νομοθετικής συνέλευσης.
Η συνταχτική συνέλευση είχε αποφασίσει τον Αύγουστο να μη διαλυθεί πριν επεξεργαστεί και δημοσιεύσει μια ολόκληρη σειρά από οργανικούς νόμους, που θα συμπλήρωναν το σύνταγμα. Το κόμμα της τάξεως έβαλε τον βουλευτή Ρατώ και της πρότεινε στις 6 του Γενάρη 1849 να εγκαταλείψει τους οργανικούς νόμους και να αποφασίσει καλύτερα την αυτοδιάλυσή της. Όχι μόνο η κυβέρνηση με τον κ. Οντιλόν Μπαρρό επικεφαλής, μα και όλα μαζί τα βασιλόφρονα μέλη της εθνοσυνέλευσης της επαναλάμβαναν εκείνη τη στιγμή ότι η διάλυσή της ήταν αναγκαία για την αποκατάσταση της πίστης, για τη στερέωση της τάξεως, για να δοθεί ένα τέλος στην αόριστη προσωρινότητα και να δημιουργηθεί μια οριστική κατάσταση, ότι η συνέλευση εμπόδιζε την παραγωγικότητα της νέας κυβέρνησης και ότι ζητούσε να παρατείνει την ύπαρξή της μόνο και μόνο από μνησικακία και ότι η χώρα την είχε βαρεθεί πια. Ο Βοναπάρτης σημείωσε όλες αυτές τις επιθέσεις ενάντια στη νομοθετική εξουσία, τις έμαθε απ' έξω και απέδειξε στους βασιλικούς του κοινοβουλίου στις 2 του Δεκέμβρη 1851 τι είχε μάθει απ' αυτούς. Επανέλαβε τότε τα ίδια τα δικά τους συνθήματα εναντίον τους.
Η κυβέρνηση Μπαρρό και το κόμμα της τάξεως προχώρησαν πιο πέρα. Προκάλεσαν σ' όλη τη Γαλλία την αποστολή αναφορών προς την εθνοσυνέλευση, που την παρακαλούσαν πολύ ευγενικά να εξαφανιστεί. Έτσι οδήγησαν στη μάχη ενάντια στην εθνοσυνέλευση τη συνταγματικά οργανωμένη έκφραση του λαού, τις ανοργάνωτες μάζες. Δίδαξαν στο Βοναπάρτη να επικαλείται το λαό ενάντια στα κοινοβουλευτικά σώματα. Τέλος, στις 29 του Γενάρη 1849 ήρθε η μέρα που η συνταχτική θα αποφάσιζε για την αυτοδιάλυσή της. Η εθνοσυνέλευση βρήκε ότι είχε καταληφθεί στρατιωτικά το κτίριο όπου συνεδρίαζε. Ο Σαγκαρνιέ, ο στρατηγός του κόμματος της τάξεως, που στα χέρια του είχε συγκεντρωθεί η ανώτατη διοίκηση της εθνοφυλακής και του ταχτικού στρατού, είχε οργανώσει στο Παρίσι μια μεγάλη επιθεώρηση του στρατού, σαν να ήταν να γίνει μάχη και οι συνασπισμένοι βασιλικοί δήλωσαν απειλητικά στη συνταχτική, πως θα χρησιμοποιούταν βία αν δε συγκατένευε. Και η συνταχτική συγκατάνευσε και παζάρεψε μόνο μια πολύ σύντομη παράταση της ζωής της. Τι άλλο ήταν λοιπόν η 29 του Γενάρη αν όχι το πραξικόπημα της 2 του Δεκέμβρη 1851 που τη φορά αυτή το πραγματοποιούσαν οι βασιλικοί μαζί με τον Βοναπάρτη ενάντια στη δημοκρατική εθνοσυνέλευση; Οι κύριοι αυτοί δεν παρατήρησαν ή δε θέλησαν να παρατηρήσουν ότι ο Βοναπάρτης επωφελήθηκε από την 29 του Γενάρη 1849 για να βάλει να παρελάσει μπροστά του, στον Κεραμεικό, ένα μέρος του στρατού και ότι αρπάχτηκε με λαχτάρα ακριβώς απ' αυτή την πρώτη δημόσια συγκέντρωση της στρατιωτικής δύναμης που στρεφόταν ενάντια στην κοινοβουλευτική εξουσία για να προαναγγελθεί σαν Καλιγούλας. Αυτοί, φυσικά, δε βλέπανε παρά μονάχα τον Σαγκαρνιέ τους.
Ένα από τα ελατήρια που παρακινούσαν ιδιαίτερα το κόμμα της τάξεως να συντομέψει βίαια το χρόνο ζωής της συνταχτικής ήταν οι οργανικοί νόμοι που θα συμπλήρωναν το σύνταγμα, όπως ο νόμος για την εκπαίδευση, ο νόμος για τη θρησκευτική λατρεία κ.λπ. Τους συνασπισμένους βασιλικούς ενδιέφερε εξαιρετικά να κάνουν οι ίδιοι αυτούς τους νόμους και να μην αφήσουν να τους κάνουν οι δημοκρατικοί, που είχαν γίνει στο μεταξύ δύσπιστοι. Ωστόσο, ανάμεσα σ' αυτούς τους οργανικούς νόμους βρισκόταν κι ένας νόμος σχετικά με τις ευθύνες του προέδρου της δημοκρατίας. Στα 1851 η νομοθετική συνέλευση απασχολιόταν ακριβώς με τη σύνταξη ενός τέτοιου νόμου, όταν ο Βοναπάρτης πρόλαβε αυτό το χτύπημα με το χτύπημα της 2ας του Δεκέμβρη. Και τι δε θα 'διναν οι συνασπισμένοι βασιλικοί, κατά τη χειμερινή κοινοβουλευτική εκστρατεία τους του 1851, για να βρουν έτοιμο αυτόν το νόμο για τις ευθύνες του προέδρου, και μάλιστα συνταγμένο από μια δύσπιστη, μισητή δημοκρατική συνέλευση!
Το κοροΐδο των βασιλικών
Αφού η συνταχτική έσπασε μόνη της στις 29 του Γενάρη 1849 το τελευταίο της όπλο, η κυβέρνηση Μπαρρό και οι φίλοι της τάξεως, την καταδίωξαν μέχρι θανάτου, δεν παρέλειψαν τίποτα που θα μπορούσε να την ταπεινώσει και της απέσπασαν μέσα στην απελπιστική αδυναμία της την ψήφιση νόμων που την έκαναν να χάσει και το τελευταίο υπόλειμμα υπόληψης που είχε ακόμα γι' αυτήν ο κόσμος. Ο Βοναπάρτης που ήταν απασχολημένος με την έμμονή του ναπολεόντεια ιδέα, ήταν αρκετά θρασύς για να εκμεταλλευτεί δημόσια αυτό τον εξευτελισμό της κοινοβουλευτικής εξουσίας. Και πραγματικά, όταν η εθνοσυνέλευση ψήφισε στις 8 του Μάη 1849 μια πρόταση μομφής ενάντια στην κυβέρνηση για την κατάληψη της Τσιβίτα-βέκκια από τον Ουντινό και διέταξε να επαναφέρουν την εκστρατεία της Ρώμης στον δήθεν προορισμό της, ο Βοναπάρτης δημοσίευσε το ίδιο βράδυ στη «Μονιτέρ» μιαν επιστολή προς τον Ουντινό, όπου τον συνέχαιρε για τα ηρωικά του κατορθώματα και όπου σε αντίθεση με τους κοινοβουλευτικούς καλαμαράδες, ορθωνόταν σαν μεγαλόψυχος προασπιστής του στρατού. Οι βασιλικοί χαμογελούσαν γι' αυτό. Τον περνούσαν απλούστατα για δικό τους κοροΐδο. Τέλος, όταν ο Μαρράστ, ο πρόεδρος της συνταχτικής, νόμισε κάποια στιγμή πως η ασφάλεια της εθνοσυνέλευσης κινδύνευε και, στηριζόμενος στο σύνταγμα, κάλεσε ένα συνταγματάρχη με το σύνταγμά του, ο συνταγματάρχης αρνήθηκε να υπακούσει, επικαλέστηκε την πειθαρχία και παρέπεμψε τον Μαρράστ στον Σαγκαρνιέ, που τον ειρωνεύτηκε και τον έδιωξε με την παρατήρηση ότι δεν του άρεσαν «Les bayonnettes intelligentes»4.
Το Νοέμβρη του 1851, όταν οι συνασπισμένοι βασιλικοί θέλησαν ν' αρχίσουν την αποφασιστική μάχη ενάντια στον Βοναπάρτη, προσπάθησαν με τη διαβόητη «πρόταση νόμου για τους κοσμήτορες», να επιβάλουν την αρχή της άμεσης κινητοποίησης στρατευμάτων από τον πρόεδρο της εθνοσυνέλευσης. Ένας από τους στρατηγούς τους, ο Λεφλώ, είχε υπογράψει την πρόταση νόμου. Του κάκου ο Σαγκαρνιέ ψήφισε την πρόταση και ο Θιέρσος επαίνεσε την προνοητική σοφία της πρώτης συνταχτικής. Ο υπουργός των στρατιωτικών Σαιντ-Αρνώ του απάντησε όπως είχε απαντήσει ο Σαγκαρνιέ στο Μαρράστ, κι αυτό κάτω από τα χειροκροτήματα των ορεινών!
Έτσι, το ίδιο κόμμα της τάξεως, όταν ακόμα δεν ήταν εθνοσυνέλευση παρά μονάχα κυβέρνηση είχε στιγματίσει το κοινοβουλευτικό καθεστώς. Και έμπηξε τις φωνές όταν η 2α του Δεκέμβρη 1851 έδιωξε αυτό το καθεστώς από τη Γαλλία!
Του ευχόμαστε καλό ταξίδι!
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Tribun: Ρωμαίος δήμαρχος που εκλεγόταν από τους πληβείους και είχε καθήκον να υπερασπίζει τα δικαιώματα και τα συμφέροντά τους. (Σημ. Μετ.)
1. Φρενοκομείο στην Αγγλία. (Σημ. Σύντ.)
2. Η φράση αυτή έχει παρθεί από έναν μύθο του Αισώπου, όπου ένας καυχησιάρης καλούσε μάρτυρες και ισχυριζόταν ότι κάποτε στη Ρόδο είχε πετύχει ένα θαυμάσιο πήδημα. Οι παριστάμενοι τότε του απάντησαν: «Αν είναι αλήθεια, τι σου χρειάζονται οι μάρτυρες; Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!» Μ' άλλα λόγια: απόδειξε στην πράξη αν μπορείς να το κάνεις. (Σημ. Σύντ.)
3. Ήρωας από το ποίημα «Δυο ιππότες» του Χάινριχ Χάινε. Με τη μορφή του Κραπουλίνσκι (από τη γαλλική λέξη crapule, που σημαίνει τον άνθρωπο που επιδίδεται στην κραιπάλη και στην ασωτία), ο Χάινε ειρωνεύεται τον ξεπεσμένο ευγενή. Ο Μαρξ με το όνομα αυτό χαρακτηρίζει τον Λουδοβίκο Βοναπάρτη. (Σημ. Σύντ.)
Παραπομπές:
1. Τα διακινδυνεύει όλα: Έκφραση που χρησιμοποιείται στο χαρτοπαίγνιο όταν τα παίζει κανείς όλα για όλα σ' ένα χαρτί.
2. Αδελφέ, πρέπει να πεθάνεις!
3. Πραιτοριανοί: Λεγόταν η προσωπική φρουρά που διατηρούσαν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες και οι στρατηγοί και που είχαν ορισμένα προνόμια.
4. Οι έξυπνες λόγχες.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Σχόλια