ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ - Η 18η ΜΠΡΥΜΑΙΡ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΒΟΝΑΠΑΡΤΗ
Είναι ένα από τα αγαπημενα μου βιβλια (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή») στις σελιδες του ο αναγνωστης παρακολουθη συνοπτικά τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου των ταξικών αγώνων μετά το 1849, αποκαλύπτει ανάγλυφα μέσα από το μεγαλοφυές αυτό έργο, όχι αυτή ή την άλλη δράση των προσώπων που η αστική ιστοριογραφία εμφανίζει ως πρωταγωνιστές, αλλά τις σχέσεις των τάξεων, την πάλη μεταξύ τους από τη θέση κάθε κοινωνικής τάξης στην κοινωνία και το γιατί τα συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα έχουν τη συγκεκριμένη κατάληξη. Και πάνω απ' όλα ότι η ύπαρξη των συγκεκριμένων τάξεων σε κάθε κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, άρα, και οι συγκρούσεις τους εξαρτώνται από τον τρόπο παραγωγής και, άρα, τον τρόπο ανταλλαγής που απορρέει απ' αυτόν.
Ο Φ. Ενγκελς στον πρόλογο της τρίτης γερμανικής έκδοσης γράφει:
«Η Γαλλία είναι η χώρα όπου περισσότερο από οπουδήποτε αλλού οι ταξικοί αγώνες έφταναν κάθε φορά ως την αποφασιστική μάχη και όπου, συνεπώς, διαγράφονταν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο οι μεταβαλλόμενες πολιτικές μορφές που μέσα τους κινούνται οι ταξικοί αγώνες και όπου συνοψίζονται τ' αποτελέσματά τους. Κέντρο της φεουδαρχίας στο μεσαίωνα, πρότυπο χώρας της ενιαίας φεουδαρχικής μοναρχίας ύστερα από την αναγέννηση, η Γαλλία τσάκισε στη μεγάλη επανάσταση το φεουδαρχισμό και εγκαθίδρυσε την καθαρή κυριαρχία της αστικής τάξης με τέτοια κλασική μορφή που δεν την έφτασε καμιά άλλη χώρα στην Ευρώπη. Κι ο αγώνας του προλεταριάτου που ανεβαίνει, ενάντια στην κυρίαρχη αστική τάξη εκδηλώνεται εδώ, στη Γαλλία, με τέτοια έντονη μορφή που είναι άγνωστη αλλού. Αυτός είναι ο λόγος που ο Μαρξ, όχι μόνο μελετούσε με ιδιαίτερη προτίμηση τη γαλλική ιστορία του παρελθόντος, αλλά και παρακολουθούσε σ' όλες τις λεπτομέρειες την τρέχουσα ιστορία, συγκέντρωνε υλικό για μελλοντική χρήση και γι' αυτό ποτέ δεν τον ξάφνιασαν τα γεγονότα».
Οι ΤΣΟΥΧΤΡΕΣ βρήκαν τον τρόπο να δημοσιεύσουν ΟΛΟΚΛΗΡΟ το μοναδικό αυτό βιβλίο του Μαρξ, ελπίζοντας να αποτελέσει κίνητρο για μελέτη, αλλά και για μεταξύ μας διάλογο, χρήσιμο και απαραίτητο στη διαμόρφωση της επαναστατικής στρατηγικής και τακτικής που αργά η γρήγορα θα κληθούμε να ακολουθήσουμε.
1ον ΜΕΡΟΣ
Οι άνθρωποι δημιουργούν την ίδια τους την ιστορία, τη δημιουργούν όμως όχι όπως τους αρέσει, όχι μέσα σε συνθήκες που οι ίδιοι διαλέγουν, μα μέσα σε συνθήκες που υπάρχουν άμεσα, που είναι δοσμένες και που κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν. Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σα βραχνάς στο μυαλό των ζωντανών. Και όταν ακόμα οι ζωντανοί φαίνονται σαν ν' ασχολούνται ν' ανατρέψουν τους εαυτούς τους και τα πράγματα και να δημιουργήσουν κάτι που έχει προϋπάρξει, σ' αυτές ακριβώς τις εποχές της επαναστατικής κρίσης επικαλούνται φοβισμένοι τα πνεύματα του παρελθόντος στην υπηρεσία τους, δανείζονται τα ονόματά τους, τα μαχητικά συνθήματά τους, τις στολές τους για να παραστήσουν με την αρχαιοπρεπή αυτή, σεβάσμια μεταμφίεση και μ' αυτή τη δανεισμένη γλώσσα τη νέα σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας. Έτσι ο Λούθηρος φόρεσε τη μάσκα του απόστολου Παύλου, η επανάσταση του 1789 - 1814 ντύθηκε διαδοχικά τη στολή της ρωμαϊκής δημοκρατίας και της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και η επανάσταση του 1848 δε βρήκε να κάνει τίποτα καλύτερο από το να παρωδήσει πότε το 1789 και πότε την επαναστατική παράδοση του 1793 - 1795. Έτσι κι ο αρχάριος που έμαθε μια ξένη γλώσσα τη μεταφράζει πάντα στη μητρική του και μόνον όταν αρχίσει να χειρίζεται την ξένη γλώσσα χωρίς να θυμάται τη μητρική του και μάλιστα να ξεχνά τη μητρική του γλώσσα, θα μπορέσει να αφομοιώσει το πνεύμα της καινούριας γλώσσας και να δημιουργήσει σ' αυτήν.
Όταν εξετάσουμε αυτές τις κοσμοϊστορικές επικλήσεις των νεκρών, προβάλλει αμέσως μια χτυπητή διαφορά. Ο Κάμιλος Ντεμουλέν, ο Δαντόν, ο Ροβεσπιέρος, ο Σεν-Ζιστ, ο Ναπολέων, οι ήρωες όπως και τα κόμματα και οι μάζες της παλιάς γαλλικής επανάστασης, εκπληρώνανε με τη ρωμαϊκή στολή και τη ρωμαϊκή φρασεολογία το καθήκον της εποχής τους, δηλαδή το καθήκον της απελευθέρωσης από τα δεσμά της και της εγκαθίδρυσης της σύγχρονης αστικής κοινωνίας. Οι πρώτοι κομματιάσανε τη φεουδαρχική γη και θέρισαν τα φεουδαρχικά κεφάλια που είχαν φυτρώσει πάνω σ' αυτή. Ο Ναπολέων δημιούργησε στο εσωτερικό της Γαλλίας τους όρους κάτω απ' τους οποίους μονάχα θα μπορούσε ν' αναπτυχθεί ο ελεύθερος συναγωνισμός, να γίνει η εκμετάλλευση της κομματιασμένης γαιοκτησίας και να χρησιμοποιηθούν οι απελευθερωμένες βιομηχανικές παραγωγικές δυνάμεις του έθνους, ενώ έξω από τα γαλλικά σύνορα σάρωσε παντού τους φεουδαρχικούς σχηματισμούς στο μέτρο που αυτό ήταν αναγκαίο, για να δημιουργήσει για την αστική κοινωνία της Γαλλίας ένα κατάλληλο και σύμφωνο με την εποχή περιβάλλον στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Κι όταν εγκαθιδρύθηκε πια η νέα μορφή της κοινωνίας, εξαφανίστηκαν οι προκατακλυσμιαίοι κολοσσοί και μαζί μ' αυτούς κι ο νεκραναστημένος ρωμαϊκός κόσμος: Οι Βρούτοι, οι Γράκχοι, οι Πουμπλικόλες, οι δήμαρχοι* οι συγκλητικοί κι ο ίδιος ο Καίσαρας. Η αστική κοινωνία, στη νηφάλια πραγματικότητά της, είχε δημιουργήσει τους αληθινούς ερμηνευτές και εκπροσώπους της στο πρόσωπο των Σε, των Κουζέν, των Ρουαγιέ - Κολάρ, των Μπενζαμέν Κονστάν και των Γκιζό. Οι πραγματικοί στρατηλάτες της κάθονταν πίσω από τα εμπορικά γραφεία και το παχύ κεφάλι του Λουδοβίκου 18ου ήταν η πολιτική της κεφαλή. Απορροφημένη ολοκληρωτικά από την παραγωγή του πλούτου και από την ειρηνική πάλη του συναγωνισμού, δεν καταλάβαινε πια ότι τα φαντάσματα της ρωμαϊκής εποχής είχαν αγρυπνήσει στην κούνια της. Μα όσο λίγο ηρωική κι αν είναι η αστική κοινωνία, χρειάστηκαν ωστόσο ο ηρωισμός, η αυτοθυσία, η τρομοκρατία, ο εμφύλιος πόλεμος και οι μάχες των εθνών για να τη φέρουν στον κόσμο. Και οι μονομάχοι της βρήκανε στις αυστηρά κλασικές παραδόσεις της ρωμαϊκής δημοκρατίας τα ιδανικά και τις μορφές της τέχνης, τις αυταπάτες που τους χρειάζονταν για ν' αποκρύψουν από τους ίδιους τους εαυτούς τους το περιορισμένο αστικό περιεχόμενο των αγώνων τους και για να συγκρατήσουν το πάθος τους στο ύψος της μεγάλης ιστορικής τραγωδίας. Ετσι και σ' ένα άλλο στάδιο ανάπτυξης, έναν αιώνα νωρίτερα, ο Κρόμβελ και ο αγγλικός λαός δανείστηκαν από την Παλιά Διαθήκη τη γλώσσα, τα πάθη και τις αυταπάτες για την αστική τους επανάσταση. Οταν επιτεύχθηκε ο πραγματικός σκοπός, όταν πραγματοποιήθηκε ο αστικός μετασχηματισμός της αγγλικής κοινωνίας, ο Λοκ εκτόπισε τον προφήτη Αββακούμ.
Σ' αυτές λοιπόν τις επαναστάσεις, η ανάσταση των νεκρών χρησίμευε για να λαμπρύνει τους καινούριους αγώνες κι όχι για να παρωδήσει τους παλιούς, για να υπερβάλει στη φαντασία το καθήκον που είχε μπει και όχι για να αποφύγει την εκπλήρωσή του στην πράξη, για να ξαναβρεί το πνεύμα της επανάστασης και όχι για να κάνει να πλανιέται το φάντασμά της.
Από το 1848 έως το 1851 πλανιόταν μονάχα το φάντασμα της παλιάς επανάστασης, αρχίζοντας από τον Μαράστ, τον δημοκράτη λιμοκοντόρο που ντύθηκε τη στολή του παλιού Μπαγί, και τελειώνοντας στον τυχοδιώχτη που κρύβει τα χυδαία και αποκρουστικά χαρακτηριστικά του κάτω από τη σιδερένια νεκρική μάσκα του Ναπολέοντα. Ενας ολόκληρος λαός, που ενώ πιστεύει πως με την επανάσταση απόχτησε μιαν επιταχυμένη ικανότητα κίνησης, βλέπει ξαφνικά ότι ξαναγύρισε σε μια πεθαμένη εποχή και για να μην υπάρχει καμιά δυνατότητα πλάνης για το ξανακύλισμά του αυτό ξαν’ ανασταίνονται οι παλιές χρονολογίες, το παλιό ημερολόγιο, τα παλιά ονόματα, τα παλιά διατάγματα που από καιρό είχανε ξεπέσει στα χέρια της σοφίας των παλαιοπωλείων και οι παλιοί χωροφύλακες που από καιρό φαίνεται ότι είχαν σαπίσει. Το έθνος φέρεται σαν εκείνο τον μανιακό Άγγλο από το Μπέντλαμ1, που νόμιζε πως ζούσε στην εποχή των αρχαίων Φαραώ και θρηνούσε κάθε μέρα για τη σκληρή δουλιά που ήταν υποχρεωμένος να κάνει σα χρυσωρύχος στα μεταλλεία της Αιθιοπίας, περιτοιχισμένος σ' αυτή την υπόγεια φυλακή, με μια λάμπα στηριγμένη στο κεφάλι του που έριχνε ένα αμυδρό φως, με τον επιστάτη των δούλων που κρατούσε ένα μακρύ μαστίγιο από πίσω του και με ένα ανακατεμένο πλήθος από βάρβαρους πολεμιστές στις εξόδους που δεν καταλάβαιναν ούτε τους εργάτες που δούλευαν σαν σκλάβοι στα μεταλλεία, μα και που δεν καταλάβαιναν ούτε και ο ένας τον άλλο γιατί δεν είχαν την ίδια γλώσσα. «Και όλα αυτά τα ζητούν από μένα», λέει αναστενάζοντας ο μανιακός Άγγλος, «από μένα που γεννήθηκα ελεύθερος Βρετανός, για να βγάζω χρυσάφι για τους αρχαίους Φαραώ». «Για να πληρωθούν τα χρέη της οικογένειας Βοναπάρτη», αναστενάζει το γαλλικό έθνος. Ο Άγγλος, όσο ήταν στα λογικά του, δεν μπορούσε να γλιτώσει από την έμμονη ιδέα του χρυσωρύχου. Οι Γάλλοι, όσο κι αν επαναστατούσαν δεν μπορούσαν να γλιτώσουν από τη ναπολεόντεια ανάμνηση, όπως το απέδειξε η εκλογή της 10ης του Δεκέμβρη 1848. Λαχταρούσαν να ξεφύγουν από τους κινδύνους της επανάστασης και να ξαναγυρίσουν στις χύτρες με τα κρέατα της Αιγύπτου και η 2α του Δεκέμβρη 1851 ήταν η απάντηση. Δεν έχουν μονάχα γελοιογραφήσει τη γελοιογραφία του παλιού Ναπολέοντα, γελοιογράφησαν τον ίδιο τον παλιό Ναπολέοντα, όπως έπρεπε να φαίνεται στα μέσα του 19ου αιώνα.
Η κοινωνική επανάσταση του 19ου αιώνα δεν μπορεί να αντλήσει την ποίησή της από το παρελθόν, αλλά μόνον από το μέλλον. Δεν μπορεί ν' αρχίσει με τον ίδιο τον εαυτό της προτού σβήσει όλες τις προλήψεις σχετικά με το παρελθόν. Οι προηγούμενες επαναστάσεις είχαν ανάγκη από κοσμοϊστορικές αναμνήσεις, για να κρύψουν από τον εαυτό τους το περιεχόμενό τους. Για να φτάσει στο δικό της περιεχόμενο η επανάσταση του 19ου αιώνα, πρέπει ν' αφήσει τους πεθαμένους να θάψουν τους νεκρούς τους. Εκεί η φράση ξεπερνούσε το περιεχόμενο, εδώ το περιεχόμενο ξεπερνάει τη φράση.
Η επανάσταση του Φλεβάρη ήταν ένας αιφνιδιασμός, μια έκπληξη της παλιάς κοινωνίας και ο λαός ανακήρυξε κοσμοϊστορικό γεγονός που εγκαινιάζει τη νέα εποχή αυτό το ανέλπιστο εγχείρημα. Στις 2 του Δεκέμβρη η επανάσταση του Φλεβάρη εξαφανίστηκε με την ταχυδακτυλουργία ενός απατεώνα κι εκείνο που φαίνεται ότι ανατράπηκε δεν ήταν πια η μοναρχία, μα οι φιλελεύθερες παραχωρήσεις που είχαν αποσπαστεί απ' αυτήν ύστερα από εκατοντάχρονους αγώνες. Αντίς η κοινωνία να έχει κατακτήσει ένα καινούριο περιεχόμενο για τον εαυτό της, φαίνεται μόνο πως το κράτος ξαναγύρισε στην αρχαιότατη μορφή του, στην αδιάντροπα απλή κυριαρχία του σπαθιού και του ράσου. Αυτή την απάντηση έδωσε στο εγχείρημα (coup de main) του Φλεβάρη του 1848 το τόλμημα (coup de tete) του Δεκέμβρη του 1851. Όπως κερδήθηκε έτσι και χάθηκε. Στο αναμεταξύ η ενδιάμεση περίοδος δεν πέρασε αχρησιμοποίητη. Η γαλλική κοινωνία στα χρόνια 1848-1851 ξεπέρασε και μάλιστα με μια συντομευμένη μέθοδο, γιατί ήταν επαναστατική, την καθυστέρηση που είχε στις μελέτες και στην πείρα, που σε μια κανονική να πούμε μεθοδική εξέλιξη, θα έπρεπε να προηγηθούν από την επανάσταση του Φλεβάρη, αν αυτή έπρεπε να είναι κάτι περισσότερο από μια επιφανειακή διαταραχή. Η κοινωνία φαίνεται τώρα πως ξαναγύρισε πιο πίσω από την αφετηρία της. Στην πραγματικότητα πρέπει πρώτα να δημιουργήσει την επαναστατική της αφετηρία, δηλαδή την κατάσταση, τις σχέσεις, τους όρους που κάτω απ' αυτούς μόνο γίνεται σοβαρή η σύγχρονη επανάσταση.
Οι αστικές επαναστάσεις, όπως λ.χ., οι επαναστάσεις του 18ου αιώνα, βαδίζουν ορμητικά από επιτυχία σε επιτυχία, τα δραματικά τους αποτελέσματα ξεπερνούν το ένα το άλλο, άνθρωποι και πράγματα φαίνονται σαν να περιβάλλονται από αστραφτερά διαμάντια, η έκσταση είναι το πνεύμα της ημέρας. Μα οι επαναστάσεις αυτές ζούνε λίγον καιρό, γρήγορα φτάνουν στο αποκορύφωμά τους και μια μακρόχρονη αποχαύνωση κυριεύει την κοινωνία προτού μάθει να αφομοιώνει νηφάλια τα αποτελέσματα της ορμητικής και θυελλώδικης εποχής της. Αντίθετα οι προλεταριακές επαναστάσεις, όπως οι επαναστάσεις του 19ου αιώνα, κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε τόσο την ίδια τους την πορεία, ξαναγυρίζουν σε κείνο που φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, περιγελάνε με ωμή ακρίβεια τις μισοτελειωμένες δουλιές, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες των πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται να ξαπλώνουν χάμου τον αντίπαλό τους μόνο και μόνο για να του δώσουν την ευκαιρία ν' αντλήσει καινούριες δυνάμεις από τη γη και να ορθωθεί πάλι πιο γιγάντιος μπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στην ακαθόριστη απεραντοσύνη των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθεί η κατάσταση που κάνει αδύνατο κάθε ξαναγύρισμα και όπου οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν:
«Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!1
Εδώ είναι το ρόδο, εδώ χόρεψε!»
Άλλωστε κάθε υποφερτός παρατηρητής, κι αν ακόμη δεν είχε παρακολουθήσει βήμα προς βήμα την πορεία της γαλλικής εξέλιξης, έπρεπε να προαισθανθεί ότι η επανάσταση τραβούσε προς ένα πρωτάκουστο ρεζίλεμα. Έφτανε ν' ακούσει κανείς τα αυτάρεσκα επινίκια γαβγίσματα, που μ' αυτά οι κύριοι δημοκράτες συγχαίρανε ο ένας τον άλλο για τα ευμενή αποτελέσματα της δεύτερης Κυριακής του Μάη του 1852. Η δεύτερη Κυριακή του Μάη του 1852 είχε γίνει στα μυαλά τους έμμονη ιδέα, δόγμα, όπως είχε γίνει στα μυαλά των χιλιαστών η μέρα που θα ξαναπαρουσιαστεί ο Χριστός και θ' αρχίσει τη χιλιόχρονη βασιλεία του. Όπως πάντα, η αδυναμία είχε βρει τη σωτηρία της στην πίστη, στα θαύματα. Νόμιζε πως θα νικούσε τον εχθρό αν τον ξόρκιζε στη φαντασία της και έχασε κάθε κατανόηση για το παρόν χάρη σε μια παθητική αποθέωση του μέλλοντος που της επιφυλάσσεται και στις πράξεις που είχε στο νου, μα που δεν ήθελε ακόμα να τις γνωστοποιήσει. Οι ήρωες αυτοί που προσπαθούσαν να αναιρέσουν την αποδειγμένη ανικανότητα τους, εκφράζοντας αμοιβαία ο ένας στον άλλο τη συμπόνια τους, και ενωμένοι σ' ένα σωρό, είχαν ετοιμάσει τις αποσκευές τους, είχαν τσεπώσει προκαταβολικά τα δάφνινα στεφάνια τους και ασχολούνταν τώρα με την προεξόφληση στο χρηματιστήριο των πλασματικών δημοκρατιών, για τις οποίες, μέσα στα κατάβαθα της χωρίς απαιτήσεις ψυχής τους, είχαν κιόλας προνοητικά οργανώσει το κυβερνητικό προσωπικό. Η 2 του Δεκέμβρη τους βρήκε σαν κεραυνός από ξάστερο ουρανό και οι λαοί, που σε εποχές μικρόψυχης αθυμίας αφήνουν πρόθυμα να καταπνίγεται ο εσωτερικός τους φόβος από τους πιο δυνατούς φωνακλάδες, θα έχουν ίσως πειστεί ότι πέρασαν πια οι καιροί που οι χήνες μπόρεσαν με τα κακαρίσματά τους να σώσουν το Καπιτώλιο.
Το σύνταγμα, η εθνοσυνέλευση, τα κόμματα της δυναστείας, οι γαλάζιοι και οι κόκκινοι δημοκράτες, οι ήρωες της Αφρικής, οι βροντές απ' το βήμα, οι βουβές αστραπές του καθημερινού Τύπου, ολόκληρη η φιλολογία, τα πολιτικά ονόματα και οι πνευματικές κορυφές, ο αστικός νόμος και το ποινικό δίκαιο, η ελευθερία, η ισότητα, η αδελφότητα και η δεύτερη Κυριακή του Μάη 1852, όλα αυτά εξαφανίστηκαν σαν μια φαντασμαγορία μπροστά στα ξόρκια ενός ανθρώπου που και οι ίδιοι οι εχθροί του δεν τον παρουσιάζουν για μάγο. Το γενικό εκλογικό δικαίωμα φαίνεται πως επέζησε μόνο για μια στιγμή, για να γράψει με το ίδιο του το χέρι μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου τη διαθήκη του και να διακηρύξει στο όνομα του ίδιου του λαού ότι: Καθετί που υπάρχει, αξίζει να καταστραφεί.
Δε φτάνει να λέμε απλώς, όπως κάνουν οι Γάλλοι, ότι το έθνος τους αιφνιδιάστηκε. Σ' ένα έθνος, όπως και σε μια γυναίκα, δε συγχωρείται η στιγμή της αδυναμίας, που ο πρώτος τυχόν τυχοδιώχτης θα μπορούσε να τη βιάσει. Το αίνιγμα δε λύνεται με τέτοια στριφογυρίσματα, αλλά μόνο διατυπώνεται διαφορετικά. Απόμενε να εξηγηθεί πώς ένα έθνος 36 εκατομμυρίων αιφνιδιάστηκε και οδηγήθηκε χωρίς αντίσταση στην αιχμαλωσία από τρεις αγύρτες.
Ας ανακεφαλαιώσουμε στις γενικές τους γραμμές τις φάσεις που πέρασε η Γαλλική Επανάσταση από τις 24 του Φλεβάρη 1848 έως το Δεκέμβρη του 1851.
Ξεχωρίζουν ολοφάνερα τρεις κύριες περίοδοι: Η περίοδος του Φλεβάρη. Η περίοδος της συγκρότησης της δημοκρατίας ή της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης, από τις 4 του Μάη 1848 έως τις 29 του Μάη 1849. Η περίοδος της συνταγματικής δημοκρατίας ή της νομοθετικής εθνοσυνέλευσης, από τις 29 του Μάη 1849 έως τις 2 του Δεκέμβρη 1851.
Η πρώτη περίοδος, από τις 24 του Φλεβάρη, ή από την ανατροπή του Λουδοβίκου Φιλίππου έως τις 4 του Μάη 1848, τη μέρα της σύγκλησης της συνταχτικής συνέλευσης, που αποτελεί την καθαυτό περίοδο του Φλεβάρη, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ο πρόλογος της επανάστασης. Ο χαρακτήρας της εκδηλώθηκε επίσημα με το γεγονός ότι η κυβέρνηση, που αυτοσχεδίασε αυτή η περίοδος, αυτοανακηρύσσεται η ίδια προσωρινή και, όπως η κυβέρνηση, το ίδιο και καθετί που παρακινήθηκε, που επιχειρήθηκε και που εκδηλώθηκε σ' αυτή την περίοδο, χαρακτηρίστηκε μόνο του σαν προσωρινό. Κανένας και τίποτε δεν τόλμησε να διεκδικήσει για τον εαυτό του το δικαίωμα της μόνιμης ύπαρξης και της πραγματικής δράσης. Όλα τα στοιχεία που είχαν προπαρασκευάσει ή καθορίσει την επανάσταση, η δυναστική αντιπολίτευση, η δημοκρατική αστική τάξη, η δημοκρατική-ρεπουμπλικάνικη μικροαστική τάξη και η σοσιαλδημοκρατική εργατιά βρήκανε προσωρινά τη θέση τους στην κυβέρνηση του Φλεβάρη.
Δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Οι μέρες του Φλεβάρη επιδίωκαν αρχικά μια εκλογική μεταρρύθμιση, που θα πλάταινε τον κύκλο των πολιτικά προνομιούχων ανάμεσα στην ίδια την κατέχουσα τάξη και θα ανέτρεπε την αποκλειστική κυριαρχία της αριστοκρατίας του χρήματος. Μα όταν η υπόθεση έφτασε στην πραγματική σύγκρουση, όταν ο λαός κατέβηκε στα οδοφράγματα, όταν η εθνοφυλακή κράτησε μια στάση παθητική, όταν ο στρατός δεν πρόβαλε καμιά σοβαρή αντίσταση και η δυναστεία το 'βαλε στα πόδια, τότε η δημοκρατία φάνηκε σαν κάτι το αυτονόητο. Κάθε κόμμα την εξήγησε με το δικό του τρόπο. Το προλεταριάτο, που την κατάχτησε με τα όπλα, της έβαλε τη δική του σφραγίδα και την ανακήρυξε κοινωνική δημοκρατία. Έτσι εξηγήθηκε το γενικό περιεχόμενο της σύγχρονης επανάστασης, περιεχόμενο που βρισκότανε στην πιο παράδοξη αντίφαση με καθετί που μπορούσε να πραγματοποιηθεί, κατά πρώτο λόγο και άμεσα με το υλικό που υπήρχε, με το τότε μορφωτικό επίπεδο των μαζών, μέσα στις δοσμένες συνθήκες και σχέσεις. Από την άλλη μεριά, οι αξιώσεις όλων των άλλων στοιχείων, που είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση του Φλεβάρη, αναγνωρίστηκαν με το ότι πήραν τη μερίδα του λέοντος στην κυβέρνηση. Γι' αυτό, σε καμιά άλλη εποχή δε βρίσκουμε πιο παρδαλό μείγμα από φουσκωμένες φράσεις και από πραγματική αβεβαιότητα και αμηχανία, από τις πιο ενθουσιώδικες νεωτεριστικές τάσεις και από την πιο απόλυτη κυριαρχία της παλιάς ρουτίνας, από την πιο φαινομενική αρμονία ολόκληρης της κοινωνίας και από την πιο βαθιά αποξένωση των στοιχείων της. Την ώρα που το παρισινό προλεταριάτο ήταν ακόμα μεθυσμένο από τη μεγάλη προοπτική που ξανοιγόταν μπροστά του και επιδιδόταν σε σοβαρές συζητήσεις για τα κοινωνικά προβλήματα, οι παλιές δυνάμεις της κοινωνίας είχαν συσπειρωθεί, συγκεντρωθεί, συνέλθει και βρει ένα απροσδόκητο στήριγμα στη μάζα του έθνους, στους αγρότες και τους μικροαστούς, που όλοι όρμησαν μεμιάς στην πολιτική σκηνή ύστερα από το γκρέμισμα των φραγμάτων της μοναρχίας του Ιούλη.
Η δεύτερη περίοδος, από τις 4 του Μάη 1848 έως το τέλος του Μάη 1849, είναι η περίοδος της συγκρότησης, της θεμελίωσης της αστικής δημοκρατίας. Αμέσως ύστερα από τις μέρες του Φλεβάρη δεν είχε αιφνιδιαστεί μόνον η δυναστική αντιπολίτευση από τους δημοκρατικούς, μα και οι δημοκρατικοί από τους σοσιαλιστές, μα και ολόκληρη η Γαλλία από το Παρίσι. Η εθνοσυνέλευση που συνήλθε στις 4 του Μάη 1848 και που βγήκε από εθνικές εκλογές, αντιπροσώπευε το έθνος. Ήταν μια ζωντανή διαμαρτυρία ενάντια στις αξιώσεις των ημερών του Φλεβάρη και έμελλε να επαναφέρει τα αποτελέσματα της επανάστασης στα αστικά πλαίσια. Μάταια το παρισινό προλεταριάτο, που κατάλαβε αμέσως το χαρακτήρα αυτής της εθνοσυνέλευσης προσπάθησε στις 15 του Μάη, λίγες μέρες ύστερα από τη σύγκλησή της, ν' αρνηθεί βίαια την ύπαρξή της, να τη διαλύσει, να σκορπίσει ξανά στα συστατικά της μέρη την οργανική μορφή που μ' αυτή το αντιδραστικό πνεύμα του έθνους απειλούσε το προλεταριάτο. Όπως είναι γνωστό, η 15 του Μάη δεν είχε άλλο αποτέλεσμα παρά ν' απομακρύνει τον Μπλανκί και τους οπαδούς του, δηλαδή τους πραγματικούς αρχηγούς του προλεταριακού κόμματος, από την πολιτική σκηνή για ολόκληρη τη διάρκεια του κύκλου που εξετάζουμε.
Την αστική μοναρχία του Λουδοβίκου Φιλίππου δεν μπορεί να τη διαδεχτεί παρά η αστική δημοκρατία. Αυτό σημαίνει πως αν πίσω από το όνομα του βασιλιά κυβερνούσε μια περιορισμένη μερίδα της αστικής τάξης, τώρα στο όνομα του λαού θα κυβερνάει το σύνολο της αστικής τάξης. Οι διεκδικήσεις του παρισινού προλεταριάτου είναι ουτοπικές ανοησίες, στις όποιες πρέπει να δοθεί ένα τέλος. Στη δήλωση αυτή της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης το παρισινό προλεταριάτο απάντησε με την εξέγερση του Ιούνη, το πιο κολοσσιαίο γεγονός στην ιστορία των ευρωπαϊκών εμφύλιων πολέμων. Η αστική δημοκρατία νίκησε. Είχε με το μέρος της την αριστοκρατία του χρήματος, τη βιομηχανική αστική τάξη, τις μεσαίες τάξεις, τους μικροαστούς, το στρατό, το κουρελοπρολεταριάτο που ήταν οργανωμένο σαν κινητή φρουρά, τους διανοούμενους, τους παπάδες, και τον πληθυσμό της υπαίθρου. Με το μέρος του παρισινού προλεταριάτου δεν ήτανε κανένας άλλος εκτός απ' αυτό το ίδιο. Πάνω από 3.000 εξεγερμένοι σφάχτηκαν μετά τη νίκη και 15.000 εξορίστηκαν χωρίς δίκη. Μ' αυτή την ήττα το προλεταριάτο περνά στο πίσω μέρος της επαναστατικής σκηνής. Προσπαθεί να περάσει ξανά μπροστά, κάθε φορά που το κίνημα φαίνεται πως παίρνει καινούρια φόρα, μα κάθε φορά το επιχειρεί αυτό με ελαττωμένη χρησιμοποίηση δυνάμεων και πάντα με κατώτερο αποτέλεσμα. Κάθε φορά που ένα από τα κοινωνικά στρώματα που βρισκόταν ψηλότερα απ' αυτό έμπαινε σε επαναστατικό αναβρασμό, το προλεταριάτο συμμαχεί μαζί του κι έτσι συμμερίζεται όλες τις ήττες που παθαίνουν τα διάφορα κόμματα το ένα ύστερα από το άλλο. Μα, τα κατοπινά αυτά χτυπήματα αδυνατίζουν όλο και πιο πολύ, όσο περισσότερο απλώνονται πάνω σ' ολόκληρη την επιφάνεια της κοινωνίας. Οι σημαντικότεροι αρχηγοί του στην εθνοσυνέλευση και στον Τύπο πέφτουν ο ένας ύστερα απ' τον άλλο θύματα των δικαστηρίων και όλο πιο διφορούμενα πρόσωπα μπαίνουν επικεφαλής του. Κατά ένα μέρος ρίχνεται σε δογματικούς πειραματισμούς, σε τράπεζες ανταλλαγών και σε εργατικούς συνεταιρισμούς, δηλ. σ' ένα κίνημα όπου παραιτείται από την ιδέα ν' ανατρέψει τον παλιό κόσμο με το σύνολο των δικών του μεγάλων μέσων και προσπαθεί να πραγματοποιήσει την απολύτρωσή του πίσω από την πλάτη της κοινωνίας, με ιδιωτικό τρόπο, μέσα στους περιορισμένους όρους ύπαρξής του και που γι' αυτό αναγκαστικά αποτυχαίνει. Φαίνεται πως δεν μπορεί ούτε να ξαναβρεί μέσα του το επαναστατικό μεγαλείο, ούτε να κερδίσει καινούρια δραστηριότητα από τις νέες συμμαχίες που κλείνει ως τη στιγμή που όλες οι τάξεις που μ' αυτές πολέμησε τον Ιούνη, κείτονται ηττημένες δίπλα του. Μα, τουλάχιστο, πέφτει μ' όλες τις τιμές της μεγάλης κοσμοϊστορικής πάλης. Οχι μονάχα η Γαλλία, μα ολόκληρη η Ευρώπη τρέμει από το σεισμό του Ιούνη, ενώ οι κατοπινές ήττες των ανώτερων τάξεων εξαγοράζονται τόσο φτηνά, που χρειάζονται όλη την αδιάντροπη υπερβολή του κόμματος που νίκησε για να μπορούν να περάσουν σαν γεγονότα και γίνονται τόσο πιο επαίσχυντες, όσο πιο μακριά από το προλεταριάτο βρίσκεται το κόμμα που νικήθηκε.
Η ήττα λοιπόν των επαναστατών του Ιούνη είχε φυσικά προπαρασκευάσει και προλειάνει το έδαφος, που πάνω του μπορούσε να ιδρυθεί και να ανοικοδομηθεί η αστική δημοκρατία. Ταυτόχρονα όμως, είχε δείξει ότι στην Ευρώπη επρόκειτο για άλλα προβλήματα και όχι για το πρόβλημα «δημοκρατία ή μοναρχία». Είχε φανερώσει ότι αστική δημοκρατία σημαίνει εδώ την απεριόριστη δεσποτεία μιας τάξης πάνω στις άλλες τάξεις. Είχε αποδείξει ότι σε χώρες με έναν παλιό πολιτισμό, με αναπτυγμένο σχηματισμό τάξεων, με συγχρονισμένους όρους παραγωγής και με μια πνευματική συνείδηση όπου έχουν διαλυθεί ύστερα από δουλιά αιώνων όλες οι πατροπαράδοτες ιδέες, η δημοκρατία σημαίνει γενικά μόνο την πολιτική μορφή ανατροπής της αστικής κοινωνίας και όχι τη συντηρητική μορφή της ζωής της, όπως συμβαίνει, λόγου χάρη, στις Ενωμένες Πολιτείες της βόρειας Αμερικής, όπου υπάρχουν βέβαια τάξεις, δεν έχουν όμως ακόμη σταθεροποιηθεί, μα σε διαρκή κατάσταση ροής αλλάζουν και ανταλλάζουν μεταξύ τους τα συστατικά τους στοιχεία, όπου τα σύγχρονα μέσα παραγωγής, αντί να συμβαδίζουν μ' ένα λιμνάζοντα υπερπληθυσμό, αναπληρώνουν μάλλον τη σχετική έλλειψη σε εργατικά κεφάλαια και χέρια και, τέλος, όπου η πυρετική νεανική κίνηση της υλικής παραγωγής που έχει να καταχτήσει έναν καινούριο κόσμο, δεν άφησε ούτε χρόνο ούτε ευκαιρία για να καταργήσει τον παλιό κόσμο των φαντασμάτων.
Στις μέρες του Ιούνη όλες οι τάξεις και όλα τα κόμματα ενώθηκαν στο κόμμα της τάξεως ενάντια στην προλεταριακή τάξη, που τη θεωρούσαν το κόμμα της αναρχίας, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού. Είχαν «σώσει» την κοινωνία από «τους εχθρούς της κοινωνίας». Είχαν διαδώσει στα στρατεύματά τους τα συνθήματα της παλιάς κοινωνίας - «ιδιοκτησία, οικογένεια, θρησκεία, τάξις» - και ενθάρρυναν την αντεπαναστατική σταυροφορία με τα λόγια: «Κάτω απ' αυτό το έμβλημα, θα νικήσεις!» Απ' αυτή τη στιγμή, κάθε φορά που ένα από τα πολυάριθμα κόμματα, που είχαν συσπειρωθεί κάτω από το έμβλημα αυτό ενάντια στους εξεγερμένους του Ιούνη, προσπαθεί να διατηρήσει το επαναστατικό πεδίο μάχης για τα δικά του ταξικά συμφέροντα, υποκύπτει μπροστά σ' αυτή την κραυγή: «ιδιοκτησία, οικογένεια, θρησκεία, τάξις». Η κοινωνία σώζεται κάθε φορά που ο κύκλος των κυρίαρχών της στενεύει, όταν ένα αποκλειστικότερο συμφέρον επικρατεί μπροστά στο πλατύτερο. Κάθε διεκδίκηση και της πιο απλής αστικής οικονομικής μεταρρύθμισης, του πιο συνηθισμένου φιλελευθερισμού, του πιο τυπικού ρεπουμπλικανισμού, της πιο ρηχής δημοκρατίας, τιμωρείται ταυτόχρονα σαν «απόπειρα κατά της κοινωνίας» και στιγματίζεται σαν «σοσιαλισμός». Τελικά, και οι αρχιερείς της «θρησκείας και της τάξεως» πετιούνται κι αυτοί με τις κλοτσιές από τους τρίποδές τους της Πυθίας, αρπάζονται στο σκοτάδι της νύχτας από τα κρεβάτια τους, χώνονται μέσα σε κλούβες, πετιούνται στα μπουντρούμια ή στέλνονται στην εξορία, ο ναός τους ισοπεδώνεται, το στόμα τους βουλώνεται, η πένα τους τσακίζεται, ο νόμος τους ξεσκίζεται, στο όνομα της θρησκείας, της ιδιοκτησίας, της οικογένειας, της τάξεως. Αστοί φανατικοί οπαδοί της τάξεως πυροβολούνται στους εξώστες τους από μεθυσμένα μπουλούκια φαντάρων, βεβηλώνεται η ιερότητα της οικογένειάς τους, βομβαρδίζονται τα σπίτια τους για διασκέδαση - στο όνομα της ιδιοκτησίας, της οικογένειας, της θρησκείας και της τάξεως. Τελικά, τα αποβράσματα της αστικής κοινωνίας σχηματίζουν την ιερή φάλαγγα της τάξεως και ο ήρωας Κραπουλίνσκι3 μπαίνει στον Κεραμεικό σαν «σωτήρας της κοινωνίας».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Σχόλια
Έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους πραγματικά παλικάρια που έχουν διάθεση να αγωνιστούν, και καταλαβαίνεις από την κουβέντα μαζί τους ότι με κάποιο περίεργο τρόπο έχουν κολλήσει το μικρόβιο του οπορτουνισμού.
Μόνο η μελέτη μπορεί να βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους, ελπίζω αυτή η σειρά δημοσιευμάτων να ξυπνήσει την συνείδηση έστω και σε έναν.
Αρκετά τράβηξε το κίνημα μας απ τις συγκυβερνήσεις του 1989, τις δηλώσεις νομιμοφροσύνης τον Δεκέμβρη, την διασπαστική πολιτική στο συνδικαλιστικό κίνημα και την εξύμνηση του σταλινισμού.
Κομμουνιστική Ανασύνταξη του κινήματος με κέντρο τον μαρξισμό λενινισμό.